Διποίνου

Διποίνου
Δίποινος
masc gen sg

Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.

Игры ⚽ Поможем сделать НИР

Look at other dictionaries:

  • Δορυκλείδας — (7ος 6ος αι. π.Χ.). Σπαρτιάτης γλύπτης. Ήταν μαθητής των Δαιδαλιδών Διποίνου και Σκύλιδος. Εργάστηκε χρησιμοποιώντας ως υλικά το ελεφαντόδοντο και τον χρυσό. Ο αδερφός του, Μέδων, ήταν επίσης γλύπτης …   Dictionary of Greek

  • Τεκταίος — Έλληνας γλύπτης του 6ου αι. π.Χ. Συνεργάστηκε με τον γλύπτη Αγγελίωνα. Και οι δύο άλλωστε ήταν μαθητές των γλυπτών Δίποινου και Σκύλλη. Έργα τους ήταν το κολοσσιαίο και επίχρυσο ξόανο του Απόλλωνα στη Δήλο. Αρχαίοι συγγραφείς αναφέρουν ως έργο… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”